Στο μικροσκόπιο η έκπτωση των αποδείξεων έως 100 ευρώ από τις δαπάνες της επιχείρησης.
Tου Γιώργου Δαλιάνη, με τη συνεργασία της Μαρίας Πουρνιά και της Νίκης Χατζοπούλου
Όσον αφορά την απόφαση της Δ.Ε.Δ. με την οποία εξετάστηκε το θέμα της χρήσης έναντι τιμολογίων αποδείξεων λιανικής έως 100 ευρώ για υγρά καύσιμα, μία δυνατότητα που είναι θεσμοθετημένη βάσει νομοθετικής πρόβλεψης, η φορολογική αρχή απέρριψε τις ανωτέρω δαπάνες, κρίνοντας τες μη εκπεστέες από τα ακαθάριστα έσοδα του φορολογικού έτους 2016 με το αιτιολογικό ότι δεν αναγραφόταν σε αυτές ο αριθμός κυκλοφορίας του αυτοκινήτου. Αν και αυτή η κρίση ήταν ορθή, ωστόσο, η απόφαση της Δ.Ε.Δ. προβληματίζει ως προς την αιτιολογία που παραθέτει για την απόρριψη της ενδικοφανούς προσφυγής. Πιο συγκεκριμένα, με την πρόσφατη απόφαση της Δ.Ε.Δ. κρίθηκε μεταξύ άλλων ότι η γενικευμένη χρήση αποδείξεων λιανικής πώλησης, είχε ως συνέπεια την αδυναμία συσχέτισης των υπό κρίση συναλλαγών με τη δραστηριότητα του προσφεύγοντος και τη διενέργεια ελεγκτικών επαληθεύσεων προκειμένου να διαπιστωθεί αν αυτές πραγματοποιήθηκαν προς το συμφέρον της επιχείρησης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 22 του ν. 4172/2013 (Κ.Φ.Ε.).
Στην απόφαση αυτή η ΔΕΔ έκανε χρήση της ΠΟΛ.1003/2014 σχετικά με τα ΕΛΠ σύμφωνα με την οποία: “Άρθρο 10: Απλοποιημένο τιμολόγιο και Συγκεντρωτικό τιμολόγιο…..10.2.2 Επέχουν θέση απλοποιημένου τιμολογίου και στοιχεία λιανικής πώλησης αγαθών ή υπηρεσιών, που καλύπτουν επαγγελματικές συναλλαγές και μέχρι του ορίου των εκατό (100) ευρώ, εφόσον εκδίδονται για την αγορά μη εμπορεύσιμων (για τον αγοραστή) αγαθών (αναλώσιμων) ή για τη λήψη, ομοίως, υπηρεσιών. Η ρύθμιση αυτή στοχεύει στην διευκόλυνση των συναλλαγών, χωρίς ωστόσο να ισοδυναμεί με υποκατάσταση του τιμολογίου πώλησης από τις αποδείξεις λιανικής. Δηλαδή, δεν δικαιολογείται γενικευμένη χρήση αποδείξεων λιανικής.
Στις περιπτώσεις αυτές, η τεκμηρίωση της σχετικής δαπάνης από τον αγοραστή των αγαθών ή τον λήπτη των υπηρεσιών δύναται να επιτυγχάνεται με την αναγραφή του είδους των αγαθών και των υπηρεσιών επί των στοιχείων λιανικής πώλησης κατά γενική περιγραφή ή και από την περιγραφή της δραστηριότητας-επαγγέλματος του εκδότη στα στοιχεία αυτά. Σε κάθε περίπτωση, η τεκμηρίωση είναι θέμα πραγματικών περιστατικών”.
Υπενθυμίζουμε ότι αρχικά το όριο ήταν τα 300 ευρώ και εν συνεχεία το όριο τέθηκε στα 100 ευρώ.
Περαιτέρω, βάσει της ΔΕΛ Ζ 1126959 ΕΞ 17-09-2019 ορίζεται ότι: “Για τις διενεργούμενες χονδρικές πωλήσεις καυσίμων του άρθρου 1 της Απόφασης του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. ΠΟΛ.1195/2018, από οντότητες- εκμεταλλευτές πρατηρίων καυσίμων, καθώς και από πωλητές πετρελαίου θέρμανσης προς άλλες οντότητες, εφόσον τα καύσιμα αυτά θεωρούνται μη εμπορεύσιμα για τον αγοραστή και η αξία τους δεν υπερβαίνει τα 100€ συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α., ανά συναλλαγή, παρέχεται η δυνατότητα να εκδίδεται απλοποιημένο τιμολόγιο, σύμφωνα με τις διατάξεις των παρ. 1 και 2 του άρθρου 10 του ν. 4308/2014”.
Από τις διατάξεις και τις κανονιστικές διατάξεις δεν προβλέπεται κάποιο ποσοστό απλοποιημένων τιμολογίων έναντι τιμολογίων. Η συνήθης πρακτική για τα πρατήρια υγρών καυσίμων, κυρίως για λόγους μη καθυστέρησης των συναλλαγών, είναι να εκδίδουν και στους επιτηδευματίες αποδείξεις λιανικών συναλλαγών και υπάρχει πληθώρα αποφάσεων της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών που δικαιώνουν τους φορολογούμενους (π.χ. ΔΕΔ 2879/2022, 1792/2019) για το ζήτημα αυτό, ενώ το οικείο νομοθετικό πλαίσιο και οι διοικητικές αποφάσεις είναι ξεκάθαρα (βλ. Ε2056/2019 “Με την Απόφαση Γ.Γ.Δ.Ε. ΠΟΛ.1002/2014 (Φ.Ε.Κ. Β΄3/5.1.2015) ορίζεται μεταξύ άλλων, ότι για τις αποδείξεις λιανικών συναλλαγών που εκδίδονται εκτός της επαγγελματικής εγκατάστασης των υπόχρεων οντοτήτων, παρέχεται απαλλαγή από την υποχρέωση έκδοσης των σχετικών αποδείξεων πώλησης μέσω φορολογικού ηλεκτρονικού μηχανισμού (παρ. 4β΄ του άρθρου 1 της ως άνω Απόφασης). Συνεπώς, η χρήση Φ.Η.Μ. (Φ.Τ.Μ. ή Ε.Α.Φ.Δ.Σ.Σ.) είναι προαιρετική για τις ως άνω περιπτώσεις”).
Κλείνοντας το παρόν, θα θέλαμε να επισημάνουμε τους κινδύνους που προκύπτουν από την εσφαλμένη ερμηνεία των φορολογικών διατάξεων, καθώς η μη αναγνώριση της δυνατότητας έκπτωσης δαπανών από τα κέρδη μίας επιχείρησης αποτελεί ένα βαρύτατο μέτρο καταστολής, την εφαρμογή του οποίου η φορολογική αρχή θα πρέπει να τεκμηριώνει ειδικώς και επαρκώς χωρίς να καταφεύγει σε έλεγχο σκοπιμότητας των δαπανών.
* O Γιώργος Δαλιάνης είναι Διευθύνων Σύμβουλος της ARTION Α.Ε. & ιδρυτής του Ομίλου Artion, Οικονομολόγος – Φοροτεχνικός.
** Η Μαρία Πουρνιά είναι Senior Partner της Αrtion Α.Ε..
** H Νίκη Χατζοπούλου είναι Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω LL.Μ. & Διαμεσολαβήτρια, συνεργάτης της Artion Α.Ε.
Το ανωτέρω κείμενο έχει ενημερωτικό χαρακτήρα και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τις εξειδικευμένες συμβουλευτικές υπηρεσίες.