Χρόνος έκδοσης της Απόδειξης Λιανικής Πώλησης και της Απόδειξης Παροχής Υπηρεσιών κατά περίπτωση και συναλλαγή.
Άρθρο του Δημήτρη Σταματόπουλου
Επίτιμου Γενικού Διευθυντή Φορολογίας
του Υπουργείου Οικονομικών
Διδάκτορα του Παντείου Πανεπιστημίου,
Συγγραφέα Φορολογικού Δικαίου
Σε σχέση με το αναφερόμενο θέμα, ως προς τον χρόνο έκδοσης της Απόδειξης Λιανικής Πώλησης και της Απόδειξης Παροχής Υπηρεσιών, παραθέτουμε, αναλύουμε και επισημαίνουμε τα ακόλουθα:
1. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 13 του ν.4308/2014 (ΕΛΠ) «Το στοιχείο λιανικής πώλησης (απόδειξη ή τιμολόγιο) εκδίδεται:
α) Σε περίπτωση πώλησης αγαθών, κατά το χρόνο παράδοσης ή την έναρξη της αποστολής. Όταν η παράδοση των πωλούμενων αγαθών γίνεται από τρίτο, το στοιχείο λιανικής πώλησης εκδίδεται μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα από την παράδοση και πάντως εντός του φορολογικού έτους που έγινε η παράδοση.
β) Σε περίπτωση παροχής υπηρεσιών, με την ολοκλήρωση της παροχής της υπηρεσίας.
γ) Σε περίπτωση απόκτησης δικαιώματος λήψης υπηρεσίας, με την απόκτηση του δικαιώματος αυτού.
δ) Σε περίπτωση συνεχιζόμενης παροχής αγαθών, υπηρεσίας ή κατασκευής έργου, το παραστατικό της πώλησης εκδίδεται όταν μέρος της αμοιβής καθίσταται απαιτητό για το μέρος της υπηρεσίας ή του έργου που έχει ολοκληρωθεί και σε κάθε περίπτωση με την ολοκλήρωση της υπηρεσίας ή του έργου.»
2. Επιπλέον, με τη βασική ερμηνευτική εγκύκλιο των Ελληνικών Λογιστικών Προτύπων (ΠΟΛ.1003/2015) και συγκεκριμένα στις παραγράφους 13.1.1- 13.1.6 όπου ερμηνεύονται οι ανωτέρω διατάξεις, αναφέρονται τα ακόλουθα για το χρόνο έκδοσης των παραστατικών λιανικής:
«13.1.1 Με την παράγραφο αυτή (άρθρο 13 παρ.1) καθορίζεται ο χρόνος έκδοσης παραστατικών λιανικής πώλησης (απόδειξη λιανικής πώλησης ή τιμολόγιο, κατά περίπτωση), ανάλογα με το αντικείμενο της πώλησης [περιπτώσεις (α) έως (δ)].
13.1.2 Για την περίπτωση πώλησης αγαθών (περίπτωση α), το παραστατικό εκδίδεται κατά την παράδοση ή την έναρξη αποστολής.
13.1.3 Διευκρινίζεται ότι στις λιανικές πωλήσεις αγαθών η έκδοση παραστατικού διακίνησης από τον πωλητή δεν μεταθέτει το χρόνο έκδοσης του παραστατικού λιανικής πώλησης. Το στοιχείο αυτό πρέπει να εκδίδεται και πάλι κατά την παράδοση ή την έναρξη της αποστολής των αγαθών.
Αποκλειστικά και μόνο στην περίπτωση που η παράδοση των πωλούμενων αγαθών στον ιδιώτη – αγοραστή γίνεται από τρίτο (τριγωνική παράδοση από τον προμηθευτή ή αποστολή από αποθηκευτή κ.λπ.), τα στοιχεία λιανικής πώλησης μπορούν να εκδοθούν το αργότερο μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα από την παράδοση των αγαθών. Εννοείται πως όταν εκδίδεται παραστατικό λιανικής, δεν απαιτείται έκδοση παραστατικού διακίνησης.
13.1.4 Στην περίπτωση απόκτησης δικαιώματος λήψης υπηρεσιών που θα παρασχεθούν σε μελλοντικό χρόνο για συγκεκριμένο ή μη χρονικό διάστημα, τα στοιχεία λιανικής εκδίδονται με την απόκτηση του δικαιώματος αυτού, ανεξάρτητα του τρόπου καταβολής (μετρητοίς, επιταγές, πιστωτικές κάρτες κ.λπ.). Τέτοιες περιπτώσεις είναι, μεταξύ άλλων, τα εισιτήρια θεαμάτων, τα εισιτήρια μεταφοράς προσώπων κ.λπ. Ο χρόνος αυτός μπορεί να είναι πριν από την έναρξη ή με την έναρξη της παροχής της υπηρεσίας, και η έκδοση του σχετικού παραστατικού μπορεί να τίθεται ως προϋπόθεση για να αποκτήσει και να μπορεί να ασκήσει ο πελάτης το δικαίωμα λήψης ή χρήσης των υπηρεσιών, για ορισμένο ή μη χρονικό διάστημα. Σημειώνεται ότι το πλήθος των λήψεων των υπηρεσιών μπορεί να είναι, ή να μην είναι, καθορισμένο.
13.1.5* Ειδικά για τις λιανικές πωλήσεις αγαθών σε συνεχή ροή (π.χ. ηλεκτρικό ρεύμα, φυσικό αέριο κ.λπ.), κατ’ αναλογία της ρύθμισης της περίπτωσης (β) της παραγράφου 2 του άρθρου 11, το στοιχείο λιανικής μπορεί να εκδοθεί μέχρι τη δέκατη πέμπτη (15η ) ημέρα του επόμενου μήνα από την περίοδο στην οποία μέρος της σχετικής αμοιβής καθίσταται απαιτητό για τα αγαθά που έχουν πωληθεί.
13.1.6* Για την περίπτωση συνεχιζόμενης παροχής υπηρεσίας ή κατασκευής (τεχνικού) έργου της περίπτωσης δ της παραγράφου 1 του ως άνω άρθρου (π.χ. διδασκαλία συγκεκριμένων μαθημάτων, συμπλήρωση φορολογικής δήλωσης από το φοροτέχνη-λογιστή, κλπ.), ισχύουν όσα αναφέρθηκαν στην παράγραφο 2 του άρθρου 11 του παρόντος νόμου.». Βλέπε ακολούθως την ερμηνεία της παρ.2 του άρθρου 11.
(* Σ.Σ. Επισημαίνεται ότι με τις παραγράφους 13.1.5 και 13.1.6 της ΠΟΛ.1003/2015 ερμηνεύεται η διάταξη της περ. δ του άρθρου 13 και συνεπώς η ρητή αναφορά στην παρ. 13.1.5 ότι η απόδειξη «μπορεί να εκδοθεί μέχρι τη δέκατη πέμπτη (15η) ημέρα του επόμενου μήνα» καταλαμβάνει όλες τις επιμέρους περιπτώσεις συναλλαγών της περίπτωσης δ’, ήτοι, εκτός από τη συνεχιζόμενη παροχή αγαθών και τη συνεχιζόμενη παροχή υπηρεσίας και την κατασκευή έργου. Τυχόν διαφορετική προσέγγιση θα οδηγούσε στο άτοπο όπου η ίδια διάταξη, δηλαδή η περ. δ’ του άρθρου 13 να έχει διπλή ερμηνεία.)
3. Ακόμα και για την πληρότητα του άρθρου, παραθέτουμε την ερμηνεία της αναφερόμενης ανωτέρω (στο σημείο 13.1.6) παραγράφου 2 του άρθρου 11 των ΕΛΠ στην εγκύκλιο ΠΟΛ.1003/2015 που έχει ως εξής:
«11.2.1. Με την παράγραφο αυτή (άρθρο 11 παρ.2) καθορίζονται οι προθεσμίες έκδοσης τιμολογίου για πώληση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών [περιπτώσεις (α) έως (ε)].
Η γενική αρχή είναι ότι τιμολόγιο εκδίδεται το αργότερο μέχρι τη 15η ημέρα του επόμενου μήνα της παράδοσης ή αποστολής αγαθών ή της παροχής της υπηρεσίας, κατά περίπτωση.
11.2.2. Για παράδειγμα, για μια πώληση/παράδοση αγαθών στις 4 Νοεμβρίου 20Χ1 και μία παροχή υπηρεσίας στις 28 Νοεμβρίου 20Χ1 τα αντίστοιχα τιμολόγια πρέπει να εκδοθούν μέχρι και την 15 Δεκεμβρίου 20Χ1, φέροντας την ημερομηνία έκδοσής τους (π.χ. 12 Δεκεμβρίου ή 15 Δεκεμβρίου 20Χ1. Ομοίως, για παροχή υπηρεσίας στις 3 Δεκεμβρίου 20Χ1 και μια πώληση/παράδοση αγαθών στις 23 Δεκεμβρίου 20Χ1 τα αντίστοιχα τιμολόγια πρέπει να εκδοθούν μέχρι και την 15 Ιανουαρίου 20Χ2, φέροντας την ημερομηνία έκδοσής τους (π.χ. 5 Ιανουαρίου ή 15 Ιανουαρίου 20Χ2. Η ίδια γενική αρχή ακολουθείται και για το συγκεντρωτικό τιμολόγιο (περίπτωση δ). Υπενθυμίζεται (βλέπε 11.1.2) ότι βάσει της αρχής του δεδουλευμένου το έσοδο της παροχής υπηρεσίας και της πώλησης/παράδοσης αγαθών του Δεκεμβρίου θα αναγνωριστεί υποχρεωτικά στην περίοδο 20Χ1 (Δεκέμβριος), έστω και εάν το τιμολόγιο εκδοθεί τον Ιανουάριο του 20Χ2 (αποσύνδεση τιμολόγησης από την αναγνώριση του εσόδου).
11.2.3. Στην περίπτωση (β) ρυθμίζεται ο χρόνος έκδοσης τιμολογίου συνεχιζόμενης παροχής αγαθών, υπηρεσίας ή κατασκευής έργου. Συγκεκριμένα ορίζεται ότι το τιμολόγιο εκδίδεται μέχρι τη 15η ημέρα του επόμενου μήνα από τη λήξη της περιόδου στην οποία μέρος της σχετικής αμοιβής καθίσταται απαιτητό για τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που έχουν παρασχεθεί ή το μέρος του έργου που έχει ολοκληρωθεί.
11.2.4. Διευκρινίζεται ότι για την υποχρέωση έκδοσης τιμολογίου για συνεχιζόμενη υπηρεσία (π.χ. διδασκαλία συγκεκριμένων μαθημάτων, παροχή υπηρεσιών τήρησης λογιστικών αρχείων από το φοροτέχνη-λογιστή, κλπ.) το κρίσιμο στοιχείο είναι το εάν ο πωλητής, βάσει σύμβασης ή της συνήθους επιχειρηματικής πρακτικής δύναται να απαιτήσει / διεκδικήσει πληρωμή για το μέρος των αγαθών ή υπηρεσιών που έχει προσφέρει ή το έργο που έχει παράξει. Διευκρινίζεται ότι ο χρόνος έκδοσης τιμολογίου για συνεχιζόμενη παροχή αγαθών ή υπηρεσιών ή κατασκευής έργου δεν διαφοροποιείται από το γεγονός ότι η έναρξη της παροχής ή κατασκευής μπορεί να ξεκίνησε πριν το τέλος της ετήσιας (διαχειριστικής) περιόδου και συνεχίσθηκε στην επόμενη.
Η αναφορά στο νόμο σε «μέρος της αμοιβής που καθίσταται απαιτητό για τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που έχουν παρασχεθεί ή το μέρος του έργου που έχει ολοκληρωθεί, υποδηλώνει ότι, βάσει της σχετικής σύμβασης (προφορικής ή έγγραφης) των δύο μερών, γίνεται δεκτή τμηματική ολοκλήρωση της υπηρεσίας.
Η περίπτωση αυτή δεν πρέπει να συγχέεται με την περίπτωση στην οποία:
α) έχει συμφωνηθεί να καταβάλλεται χωρίς να συνδέεται με την πρόοδο της παροχής υπηρεσίας ή του έργου, στην έναρξη ή στη διάρκεια της σχετικής περιόδου, ποσό ή ποσά έναντι του συνολικού τιμήματος (προκαταβολή), ακόμη και μέχρι πλήρους εξόφλησης του τιμήματος, και
β) έχει συμφωνηθεί ότι η υπηρεσία ή το έργο ολοκληρώνεται στο τέλος της σχετικής περιόδου.
Παράδειγμα 11.2.1 – Χρόνος έκδοσης τιμολογίου σε συνεχιζόμενη υπηρεσία
Επιχείρηση επαγγελματικής εκπαίδευσης συμφώνησε με άλλη οντότητα να αναλάβει την εκπαίδευση προσωπικού για το διάστημα 1η Σεπτεμβρίου 20Χ5 έως 30η Ιουνίου 20Χ6 με αμοιβή 10.000 ευρώ. Εάν έχει συμφωνηθεί η πληρωμή να γίνει με την ολοκλήρωση της παροχής της υπηρεσίας (30η Ιουνίου), το τιμολόγιο πρέπει να εκδοθεί μέχρι 15 Ιουλίου 20Χ6. Στην περίπτωση αυτή, ωστόσο, με βάση την αρχή του δουλευμένου η επιχείρηση επαγγελματικής εκπαίδευσης οφείλει να αναγνωρίσει την αναλογία του εσόδου που αφορά το 20Χ5, ανεξάρτητα από την μη υποχρέωση έκδοσης τιμολογίου. Το ίδιο ισχύει και για το αντισυμβαλλόμενο μέρος που οφείλει να αναγνωρίσει την αναλογία του εξόδου του 20Χ5.
Εάν όμως έχει συμφωνηθεί και καθίσταται απαιτητό μέρος της αμοιβής, π.χ. 2.000 ευρώ κάθε δίμηνο, το σχετικό τιμολόγιο για το πρώτο δίμηνο (Σεπτέμβριος – Οκτώβριος 20Χ5) θα εκδοθεί μέχρι 15 Νοεμβρίου 20Χ5 με ποσό 2.000 ευρώ. Σε κάθε περίπτωση, όταν ολοκληρωθεί η συνεχιζόμενη παροχή υπηρεσίας ή το έργο, το τιμολόγιο πρέπει να εκδίδεται κατ’ ανώτατο στο χρόνο της περίπτωσης (α) της παραγράφου 2 του άρθρου 11, δηλαδή μέχρι την 15 η ημέρα του επόμενου μήνα από το μήνα που ολοκληρώθηκε η παροχή της υπηρεσίας.
Διευκρινίζεται ότι το ανωτέρω παράδειγμα είναι ενδεικτικό και δεν περιορίζεται στο είδος της υπηρεσίας. Δηλαδή το ίδιο ισχύει για κάθε οντότητα ανεξάρτητα από το είδος της υπηρεσίας που προσφέρει μια οντότητα (π.χ. υπηρεσίες λογιστικού-φοροτεχνικού γραφείου, δικηγορικές υπηρεσίες, ιατρικές υπηρεσίες, υπηρεσίες συντήρησης, κλπ.).
Παράδειγμα 11.2.2 – Χρόνος έκδοσης παραστατικού πώλησης σε συνεχιζόμενη υπηρεσία.
Μαθητής εγγράφεται σε εκπαιδευτήριο για να παρακολουθήσει την 2α Γυμνασίου στις 5 Σεπτεμβρίου 20Χ1 με συνολικό κόστος ευρώ 10.000. Βάσει της σύμβασης, ο μαθητής καταβάλλει έναντι του συνολικού τιμήματος ευρώ 1.000 με την εγγραφή, ευρώ 3.000 στις 30 Νοεμβρίου, ευρώ 3.000 στις 10 Μαρτίου, ευρώ 1.000 στις 5 Μαΐου και ευρώ 2.000 στις 20 Ιουνίου. Με βάσει τα δεδομένα, το τιμολόγιο θα εκδοθεί μέχρι της 15 Ιουλίου 20Χ2 καθόσον η υπηρεσία βάσει της σύμβασης ολοκληρώνεται στις 20 Ιουνίου, οι δε καταβολές έχουν γίνει έναντι του συνολικού τιμήματος, δηλαδή ήταν προκαταβολές. Συνεπώς, δεν απαιτείται η έκδοση παραστατικού πώλησης για τις ενδιάμεσες εισπράξεις.»
4. Η παράθεση των διατάξεων και της ερμηνείας αυτών έγινε με αφορμή συζήτηση-πρόταση έμπειρου παλιού συναδέλφου και σε σχέση με την απόφαση της ΔΕΔ με αριθμό e523/17.7.2023 όπου στο συμπέρασμα της απόφασης αναφέρεται: «Επειδή, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι οι υπηρεσίες εκπαίδευσης εκκίνησαν στις 21/10/2022 και περατώθηκαν στις 24/10/2022 και ώρα 18:00 και εμπίπτουν στις περιπτώσεις των συνεχιζόμενων παροχών υπηρεσιών για τις οποίες η προθεσμία έκδοσης των αποδείξεων, σύμφωνα με το ν.4308/2014 και την ερμηνευτική του εγκύκλιο ΠΟΛ.1003/2014, είναι μέχρι τις 15/11/2022. Στις 26/10/2022, η προσφεύγουσα εταιρεία διατείνεται ότι εξέδωσε τις οικείες ΑΠΥ για το σύνολο των είκοσι τεσσάρων εκπαιδευόμενων και επομένως, το σύνολο των αποδείξεων εκδόθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα. Ωστόσο, κατά τη ρητή διατύπωση του άρθρου 13 του ν.4308/2014, σε περιπτώσεις συνεχιζόμενης παροχής υπηρεσίας, όπως στην υπό κρίση περίπτωση οι παρασχεθείσες υπηρεσίες εκπαίδευσης υπό μορφή σεμιναρίου, το στοιχείο της λιανικής πώλησης εκδίδεται σε κάθε περίπτωση με την ολοκλήρωση της υπηρεσίας και δεν τυγχάνει εφαρμογής η οριζόμενη από το άρθρο 11 παρ. 2 του ίδιου νόμου προθεσμία έκδοσης, μέχρι τη 15η ημέρα του επόμενου μήνα της ολοκλήρωσης της υπηρεσίας. Η δε ανάλογη εφαρμογή των όσων αναφέρθηκαν στην παρ. 2 του άρθρου 11 του ν.4308/2014 στις περιπτώσεις συνεχιζόμενης παροχής υπηρεσίας της περ. δ’ του άρθρου 13 του ίδιου νόμου, όπως επισημαίνεται στην παρ. 13.1.6 της ερμηνευτικής εγκυκλίου ΠΟΛ.1003/2014, δεν καταλαμβάνουν το χρόνο έκδοσης του φορολογικού στοιχείου λιανικής αλλά την έννοια της συνεχιζόμενης υπηρεσίας. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός της προσφεύγουσας εταιρείας περί νομότυπης και εμπρόθεσμης έκδοσης των φορολογικών στοιχείων προβάλλεται αβάσιμα και απορρίπτεται»
Παρατηρούμε ότι η απόφαση ΔΕΔ δέχεται την εξεταζόμενη υπηρεσία ότι ήταν συνεχιζόμενη υπηρεσία και αμφισβητεί την ουσία και την κατεύθυνση της ερμηνευτικής εγκύκλιου ως προς τον χρόνο έκδοσης και αναφέρει ότι τα οριζόμενα στην εγκύκλιο ΠΟΛ.1003/2015 «…δεν καταλαμβάνουν το χρόνο έκδοσης του φορολογικού στοιχείου λιανικής αλλά την έννοια της συνεχιζόμενης υπηρεσίας.» Αυτό όμως δεν είναι ορθό, αφού η εγκύκλιος αναλώνεται στο να περιγράψει και μόνο τον χρόνο έκδοσης των ΑΠΥ σε συνεχιζόμενη υπηρεσία και δεν αναγράφει ορισμό, ούτε δίνει την έννοια της συνεχόμενης υπηρεσίας. Την έννοια της συνεχιζόμενης υπηρεσίας δεν την αναγράφει καθόλου, γιατί προφανώς θεωρεί ότι αυτή (η συνεχιζόμενη υπηρεσία) κρίνεται από τα πραγματικά περιστατικά.
Ενισχυτικοί της μη ορθής άποψης του δικαιολογητικού λόγου, στην υπόψη ως άνω ΔΕΔ 523/2023, είναι, εκτός αυτού καθαυτού του κειμένου και οι τίτλοι των παραδειγμάτων που αναφέρει η εγκύκλιος ΠΟΛ.1003/2015 και επαναλαμβάνουμε κατωτέρω:
«Παράδειγμα 11.2.1 – Χρόνος έκδοσης τιμολογίου σε συνεχιζόμενη υπηρεσία»
«Παράδειγμα 11.2.2 – Χρόνος έκδοσης παραστατικού πώλησης σε συνεχιζόμενη υπηρεσία.»
Δηλαδή καθίσταται πασιφανές ότι η βασική ερμηνευτική εγκύκλιος των ΕΛΠ ΠΟΛ.1003/2015 ερμηνεύει στις ως άνω παραγράφους τον χρόνο και μόνο τον χρόνο έκδοσης.
Κατόπιν όλων αυτών ο χρόνος έκδοσης των ΑΛΠ και ΑΠΥ σε συνεχιζόμενη παροχή υπηρεσιών ορίζεται μέχρι τις 15 του επομένου μηνός από την ολοκλήρωση της υπηρεσίας και δεν υπάρχει υποχρέωση να εκδίδεται το στοιχείο στο χρόνο της ολοκλήρωσης της υπηρεσίας.
5. Συμπερασματικά, προς άρση παρεξηγήσεων, ο χρόνος έκδοσης παραστατικών λιανικής πώλησης (απόδειξη λιανικής πώλησης ή απόδειξη παροχής υπηρεσιών ή τιμολόγιο που αφορά λιανική πώληση) καθορίζεται (από τις διατάξεις του άρθρου 13 όπως αναλυτικά έχουμε προαναφέρει) ανάλογα με το αντικείμενο της πώλησης:
– Για την περίπτωση πώλησης αγαθών το παραστατικό εκδίδεται κατά την παράδοση ή την έναρξη αποστολής. Διευκρινίζεται ότι στις λιανικές πωλήσεις αγαθών η έκδοση παραστατικού διακίνησης από τον πωλητή δεν μεταθέτει το χρόνο έκδοσης του παραστατικού λιανικής πώλησης. Το στοιχείο αυτό πρέπει να εκδίδεται και πάλι κατά την παράδοση ή την έναρξη της αποστολής των αγαθών.
– Αποκλειστικά και μόνο στην περίπτωση που η παράδοση των πωλούμενων αγαθών στον ιδιώτη – αγοραστή γίνεται από τρίτο (τριγωνική παράδοση από τον προμηθευτή ή αποστολή από αποθηκευτή κ.λπ.), τα στοιχεία λιανικής πώλησης μπορούν να εκδοθούν το αργότερο μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα από την παράδοση των αγαθών.
– Στην περίπτωση απόκτησης δικαιώματος λήψης υπηρεσιών που θα παρασχεθούν σε μελλοντικό χρόνο για συγκεκριμένο ή μη χρονικό διάστημα, τα στοιχεία λιανικής εκδίδονται με την απόκτηση του δικαιώματος αυτού, ανεξάρτητα του τρόπου καταβολής (μετρητοίς, επιταγές, πιστωτικές κάρτες κ.λπ.). Τέτοιες περιπτώσεις είναι, μεταξύ άλλων, τα εισιτήρια θεαμάτων, τα εισιτήρια μεταφοράς προσώπων κ.λπ. Ο χρόνος αυτός μπορεί να είναι πριν από την έναρξη ή με την έναρξη της παροχής της υπηρεσίας, και η έκδοση του σχετικού παραστατικού μπορεί να τίθεται ως προϋπόθεση για να αποκτήσει και να μπορεί να ασκήσει ο πελάτης το δικαίωμα λήψης ή χρήσης των υπηρεσιών, για ορισμένο ή μη χρονικό διάστημα. Σημειώνεται ότι το πλήθος των λήψεων των υπηρεσιών μπορεί να είναι, ή να μην είναι, καθορισμένο.
– Για τις λιανικές πωλήσεις αγαθών σε συνεχή ροή (π.χ. ηλεκτρικό ρεύμα, φυσικό αέριο κ.λπ.), κατ’ αναλογία της ρύθμισης της περίπτωσης (β) της παραγράφου 2 του άρθρου 11, το στοιχείο λιανικής μπορεί να εκδοθεί μέχρι τη δέκατη πέμπτη (15η ) ημέρα του επόμενου μήνα από την περίοδο στην οποία μέρος της σχετικής αμοιβής καθίσταται απαιτητό για τα αγαθά που έχουν πωληθεί.
– Για την περίπτωση συνεχιζόμενης παροχής υπηρεσίας ή κατασκευής (τεχνικού) έργου της περίπτωσης δ της παραγράφου 1 του άρθρου 13 των ΕΛΠ (π.χ. διδασκαλία συγκεκριμένων μαθημάτων, συμπλήρωση φορολογικής δήλωσης από το φοροτέχνη-λογιστή, κλπ.), ισχύουν όσα αναφέρθηκαν στην παράγραφο 2 του άρθρου 11, δηλαδή η έκδοση του στοιχείου μπορεί να γίνει μέχρι την 15 η ημέρα του επόμενου μήνα από το μήνα που ολοκληρώθηκε η παροχή της υπηρεσίας.
Τελειώνοντας σημειώνουμε ότι σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.2 του άρθρου 9 του ν.4987/2022 (ΚΦΔ) «Οι ερμηνευτικές εγκύκλιοι είναι δεσμευτικές για τη Φορολογική Διοίκηση, έως ότου ανακληθούν ρητά ή έως ότου τροποποιηθεί η νομοθεσία την οποία ερμηνεύουν. Η τυχόν μεταβολή της ερμηνευτικής θέσης της Φορολογικής Διοίκησης δεν ισχύει αναδρομικά σε περίπτωση που συνεπάγεται τη χειροτέρευση της θέσης των φορολογουμένων.»